🇬🇷 el en 🇬🇧
ερυθρό αιμοσφαίριο
/eɾiˈθɾo emoˈsfeɾio/
|
|
---|---|
red blood cell |
Wiktionary Links
- ελληνικά: ερυθρό αιμοσφαίριο
ερυθρό αιμοσφαίριο
/eɾiˈθɾo emoˈsfeɾio/
|
|
---|---|
red blood cell |